Tag Archives: διακοπές

HELLENIC NO-WAYS

anger-2

Πολύ θα ήθελα αυτή να είναι μια αυτόματη εγγραφή, αλλά δεν είναι. Πολύ θα ήθελα να είμαι τώρα καθοδόν προς Πάρο, αλλά δεν είμαι. Και αυτό γιατί το Highspeed μας προέκυψε No-speed! Ξύπνησα και εγώ πέντε τα χαράματα για να φτάσω έγκαιρα στη Ραφήνα μόνο και μόνο για να μου ανακοινώσει εκνευριστικά χαμογελαστά ο λιμενάρχης πως το Highspeed της Hellenic Seaways εδώ και μία εβδομάδα έχει μηχανική βλάβη. Στο πρακτορείο μου έδωσαν ένα νούμερο να επικοινωνήσω μπας και με χώσουν σε κάνα πλοίο που αναχωρεί από Πειραιά, όχι σε μία ώρα, όχι σε δύο ώρες. ΤΟ ΑΠΟΓΕΥΜΑ! Σε 12 ώρες! Βλέπετε είχα βγάλει εισιτήριο και για το αυτοκίνητο και τα πράγματα δεν ήταν και τόσο εύκολα.Η κυρία που απάντησε στην τηλεφωνική γραμμή φάνηκε ιδιαίτερα έκπληκτη που δε με είχαν ενημερώσει το ΣΚ που πέρασε και επέμενε μήπως δεν είχα αφήσει στοιχεία επικοινωνίας κατά την έκδοση των εισιτηρίων. Το βούλωσε φυσικά λίγο αργότερα, όταν την ενημέρωσα πως στη Ραφήνα ήδη γίνεται πανζουρλισμός από την ουρά και την αγανάκτηση πολλώωων (μήπως και όλων;) που δεν είχαν ενημερωθεί!

Δεν ξέρω τι θα γίνει το απόγευμα στον Πειραιά. Εγώ ξέρω πως ήδη έχω φάει τρελλό ξενέρωμα που την πρώτη μέρα της άδειάς μου την περνώ απ’τα χαράματα πέρα δώθε στα λιμάνια της Αττικής. Συγκρατούμαι. Προσπαθώ τουλάχιστον. Μέχρι το απόγευμα. Μετά θα πάρω το δρόμο μου. Ή για Πάρο ή για μήνυση!

ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΚΑΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΜΟΥ ΜΠΑΝΙΟ

Sardela

Δεν ξέρω τι συμβαίνει φέτος. Είναι η πρώτη φορά που περνώ κατά αυτό τον τρόπο το Καλοκαίρι μου. Βρίσκω τον εαυτό μου να προτιμά το αραλίκι στο κλιματιζόμενο σπίτι, την παρέα ενός light αλκοολούχου ποτού και της ανάλογης μουσικής και βέβαια να χαζολογά με τις ώρες στον υπολογιστή. Είναι όμως μερικές φορές που κάπου εκεί ανάμεσα στο Ζombies Vs Plants, το pet society, το crazy planets και τους κήπους στα farmtown και farmville παθαίνω κρίση αυτοσυνείδησης, αυτογνωσίας και πανικού και ξεκινώ τη γκρίνια που ακόμα δεν αξιώθηκα να ξεχυθώ στις παραλίες όπως κάνει ο συνηθισμένος κόσμος. Μια τέτοια κρίση βίωσα το Σάββατο που μας πέρασε και αποφάσισα να το παίξω και εγώ μέρος αυτού του κόσμου. Την Κυριακή λοιπόν ξύπνησα πρωί πρωί και αφού προμηθεύτηκα αντηλιακό με δείκτη 50+, καπελάκι (που ποτέ δε φόρεσα), πετσέτα, νερό και καφέ απ’το Γρηγόρη της γειτονιάς, στερέωσα το gps στο παμπρίζ και κίνησα προς Σχινιά μεριά όπου θα συναντούσα και την υπόλοιπη παρέα. Τεράστια παραλία λένε (κάνα εξάρι χιλιόμετρα), με τα ανάλογα μπαράκια της, τις ανάλογες ξαπλώστρες και φυσικά τα ανάλογα μεζεδοπωλεία. Φημισμένο το αρχοντικό του Λέκκα εκεί κοντά στο Μαραθώνα και η Αρτζεντίνα με τις τεράστιες μοσχαρίσιες μπριζόλες της, στο Καλέντζι.

Το πρώτο πολιτισμικό σοκ όμως το έπαθα ήδη με το που βγήκα απ’το αυτοκίνητο. Για να φτάσω στην παραλία έπρεπε να διασχίσω έναν χώρο με γρασίδι που ήταν αφιερωμένος στους ρακετομανείς. Περίπου δώδεκα από δαύτους έπαιζαν συγχρόνως που σημαίνει πως εγώ διασχίζοντας τον ορθογώνιο αυτό χώρο θα έπρεπε να προσέχω έξι κίτρινα μπαλάκια μη τυχόν κάνουν μετωπική κρούση με το κορμί μου. Και για τους γνώστες της μηχανικής φυσικής, σας διαβεβαιώ πως η κρούση αυτή θα ήταν πλαστική και όχι ελαστική. Αφού το έπαιξα λοιπόν κάτι μεταξύ Ράμπο και Μαγκάιβερ επιτέλους εισήλθα στην πλαζ, τον αχταρμά από ομπρέλες δηλαδή με κατώτερο όριο εκεί που έσκαγε το κύμα. Διαφορετικό χρώμα στις ομπρέλες δήλωνε φυσικά και διαφορετικό άνωθεν μπαράκι με διαφορετική μουσική. Το αποτέλεσμα ήταν στα σύνορα των διαφορετικών ομπρελών να ακούς συγχρονική μουσική (συγχρονική μουσική-νέος όρος: δύο ή περισσότερες μουσικές συγχρόνως). Από το δεξί αυτί ο Carlos Santana με το corazon espinado και από το αριστερό η Άννα Βίσση με όλες τις τσούλες της γης.

Και αφού έδωσα τόπο στην οργή και έκανα και γαργάρα τις μπασταρδεμένες μελωδίες και το περπάτημα που έριξα για να βρω το σωστό χρώμα ομπρέλας που φιλοξενούσε και την υπόλοιπη παρέα, ξάπλωσα να απολαύσω το δεύτερο καφεδάκι μου. Κλειστοφοβικός δεν είμαι, αγοραφοβικός επίσης δεν είμαι, όμως έναν ντουβρουτζά με όλη αυτή την πολυκοσμία μια χαρά τον ένιωσα. Ε δε γίνεται να γυρίζω μπρούμητα με το mp3 player μου και να έχω φάτσα κάρτα τις πατούσες του από πάνω, ούτε να τεντώνομαι και οι δικές μου πατούσες να ακουμπούν τα μαλλιά της από κάτω. Και η αποθέωση φυσικά έρχεται τη στιγμή που επιτέλους αποφασίζεις να βουτήξεις στο νερό. Διότι οι ήδη μικρές αποστάσεις μεταξύ των ομπρελών εξαφανίζονται όταν το κάθε γκομενάκι ή ο κάθε σφίχτης αποφασίζει να στρέψει το κρεβατάκι πλάγια για πιο άμεση πρόσβαση στον ήλιο και στο πολυπόθητο μαύρισμα. Το αποτέλεσμα λοιπόν είναι μια διαδρομή μόλις δέκα μέτρων στην ευθεία απ’τη θάλασσα, να χρειάζεται τουλάχιστον κάνα δεκάλεπτο να πραγματωθεί σε πορεία ζιγκ ζαγκ. Και αυτό το δεκάλεπτο δεν είναι ένα απλό δεκάλεπτο. Εϊναι ένα δεκάλεπτο απόλυτου τρόμου και φρίκης αφού φτάνοντας στο νερό εσύ έχεις γίνει μπλε από το ρούφηγμα της κοιλιάς σου και τα πατούχια σου κόκκινα απ’την καυτή άμμο. Καίει καίει καίει!

Το δήλωσα στον εαυτό  μου. Ακόμα και αν μετά, στο ταβερνάκι, περάσαμε τζάμι, δεν πρόκειται να ξανακάνω μπάνιο κατά αυτόν τον τρόπο. Διότι αυτό δεν είναι διακοπές. Η χαρά της σαρδέλας Τράτα είναι. Και εγώ θέλω να χαλαρώσω κάπου ήσυχα, χωρίς φασαρία, χωρίς πολυκοσμία και κυρίως με καλή παρέα. Και αν κάποιο από αυτά δεν υφίσταται, δεν πειράζει, δεν υπάρχει λόγος να παιδεύομαι. Το πολύ πολύ να γκρινιάξω ακόμα μια φορά σε μιά από αυτές τις κρίσεις που κατά καιρούς με πιάνουν. Δε βαριέσαι, θα μου περάσει φυτεύοντας ραπανάκια και καρότα στο farmtown. Άντε να βάλω και κάνα καρπούζι. Καλοκαίρι είναι άλλωστε …

ΑΘΗΝΑ – ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ (THE DAY AFTER)

Αθηνα Θεσσαλονικη

Αυτό και αν ήταν κοσμοϊστορικό γεγονός! Τριήμερη ομαδική  μπλογκοαπόδραση στη ζεστή πόλη του Λευκού Πύργου. Η Πρωθυπουργός μας, ναι αυτή η 1.80 ξανθιά γυναικάρα απ’την Κύπρο που επιτέλους γνώρισα από κοντά, γνωστή σε όλους και ως Ροδούλα, κατάφερε να μας ενώσει στα εγκαίνια της έκθεσης φωτογραφίας που οργάνωσε για το σύζυγό της Μάκη Οικονομίδη. Μία έκθεση που έλαβε χώρα στο εκθεσιακό κέντρο της τράπεζας Πειραιώς στα Λαδάδικα και μπορείτε ακόμα να επισκεφθείτε ως και 3 Ιουλίου. Δεν ξέρω τι να πρωτογράψω και πώς να δομήσω αυτή την εγγραφή. Είναι τόσα πολλά αυτά που ζήσαμε που πραγματικά δε μπορώ να τα οργανώσω καν σε παραγράφους. θέλω να σας εξιστορίσω όλες τις λεπτομέρειες, όλες τις καφρίλες αλλά εκτός του ότι δεν είμαι και πολύ σίγουρος αν αυτό με συμφέρει, είναι τόσες πολλές που θα χρειαζόμουν εκδοτικό οίκο για να το κάνω.

Ο ΓιώργοςΧ με τη Μαρία του, ο Peslac, η Μάνια, η Εύη, η Έλενα, η Νάντια, η Μαρία, η Κωνσταντίνα, η Μαίρη και ο Δημήτρης της, o ΓιάννηςΔ και περιστασιακά η Μαλίνα υπό την εποπτεία φυσικά της Ροδούλας, του Μπαμπα Δημήτρη και της Γιώτας ενώσαμε την καλύτερη διάθεσή μας για παρέα, χιούμορ και φουλ ξεσάλωμα. Παρόντες ήταν φυσικά και άλλοι blogers όπως η Νικολέτα, η Κατερίνα, η Κερασίδου Μαρία και η Έφη Σοφού που δυστυχώς εγώ προσωπικά δεν πρόλαβα να γνωρίσω καλά.

Από το πρώτο κιόλας λεπτό που βρεθήκαμε στο σταθμό Λαρίσης, η διάθεση ήταν τόσο up που ξεπέρασε κατά πολύ τις όποιες «τεχνικές» δυσκολίες θα μπορούσαν να υπάρξουν. Η διαδρομή στο τρένο αν και πολύωρη πέρασε ευχάριστα με μπόλικο uno (πολλή τυχερή η Μάνια τελικά) αλλά και παιχνίδια ερωτήσεων, ερωτήσεων που μόνο τη Νάντια θα μπορούσαν να εκστασιάσουν αφού ήταν τίγκα στην ιστορία και τη μυθολογία. Φυσικά και διαμαρτύρομαι. Οι ερωτήσεις ήταν κραυγαλέα στημένες και δεν υπήρχε ούτε μία από φυσικές επιστήμες,μουσική ή κινηματογράφο. Βέβαια και να υπήρχε δεν είναι σίγουρο πως θα έσκιζα καθότι την επόμενη μέρα ο ΓιάννηςΔ ήταν όντως σωστός. Η νιτρική ρίζα είναι μονοσθενής. Μαργαριτάρια υπήρξαν μπόλικα στην παρέα και όχι απαραίτητα στον τομέα των επιτραπέζιων. Από κάποια ψυχή μάλιστα ακούστηκε πως τα πουλιά του Χίτσκοκ τα έχει γράψει ο Τσαϊκόφσκι (ναι, και τον πόλεμο των άστρων ο Μπετόβεν).

Η παρέα μας ήταν ιδιαίτερα ποικιλόμορφη. Είχαμε τον υψοφοβικό, τον κλειστοφοβικό, τον πτηνοφοβικό, τον γκρινιάρη, τον βολικό, τον άβολο, τον αδύνατο, τον χοντρό, τον κυριλάτο και το λέτσο, τον κοντό και τον ψηλό, ή καλύτερα τον ψηλό, τον πολύ ψηλό και τον πάρα πολύ ψηλό. Κρίμα που δεν είχαμε και τον αλλεργικό στο αυγό (Βιβή η απουσία σου ήταν αισθητή). Και όλοι μα όλοι γουρουνιάσαμε στο φαί και το αλκοόλ (Ροδούλα και Δ.Μπάμπα ευχαριστούμε για τα κεράσματα στις ταβέρνες και ΓιώργοΧ και Μαρία ευχαριστούμε για τα ποτάκια στο roof garden). Και ναι ομολογώ πως δεν τήρησα τη δήλωση της προηγούμενης εγγραφής. Έφαγα του σκασμού τα βυζάκια της Μαρίας, τη μπουγάτσα τυρί, κρέμα ή κιμά, τα μπιφτέκια και τα κότσια απ’την κρεατοποικιλία, το γιαουρτλού, τα σουτζουκάκια… Όλα είναι αλήθεια, όμως έφαγα και τη σαλάτα μου με το μαρούλι και το καλαμπόκι για να διατηρήσω την ισορροπία στη διατροφή μου.

Όλα τα όμορφα όμως, όντως τελειώνουν γρήγορα. Οι περισσότεροι σήμερα μαζεύουμε τα κομμάτια μας απ’την κούραση του ταξιδιού και τα απανωτά hang-overs. Είμαστε και μεγάλοι άνθρωποι τρομάρα μας. Εντούτοις εγώ ακόμα σκέφτομαι τις περαντζάδες μας στην Αριστοτέλους και την παραλιακή, τις άπειρες φωτογραφίες σε ό,τι τρέλα μπορείτε να φανταστείτε, το απίστευτο γέλιο της Νάντιας (εξαιρετικό αποτέλεσμα η μπύρα), τη γκρίνια του Βασίλη στο τρένο και το κράξιμο που έριχνε στις κυράτσες που συνεχώς διαμαρτύρονταν, τις καφρογυφτιές στις καφετέριες που καθόμασταν (πέρναμε μπουγάτσες από αλλού και ζητούσαμε και πιάτο) και τις άπειρες συκοφαντίες έναντι στο ψηλό αλαβάστρινο και γεροδεμένο μου κορμί. Αν μας παρατηρούσε κάποιος από ψηλά, θα καταλάβαινε αμέσως πως σε αυτό το τριήμερο ήμασταν ουσιαστικά μια μικρή σαρωτική και ιδιαίτερα θορυβώδης κοινωνία που το μόνο που έψαχνε στη Θεσσαλονίκη ήταν μια ευκαιρία να γελάσει μέχρι δακρύων και να ξεχάσει τη μιζέρια και το άγχος της καθημερινής ρουτίνας. Ένα κοπάδι από καφράκια που ξέφυγαν λίγο από τον html κώδικα της οθόνης και βρέθηκαν στην πραγματική ζωή παρά τις όποιες δυσκολίες. Θα μπορούσε να γίνει οπουδήποτε και όχι απαραίτητα στο ούζου μέλαθρον, το 1901 ή το roof garden. Όμως η (ισοϋψής 1.80) Ροδούλα με την υπέροχή της έκθεση έδωσε το έναυσμα και με τον τρόπο αυτό την απόδειξη πως όταν υπάρχει διάθεση και καλή καρδιά, οι όποιοι τοίχοι που σχηματίζουν τα pixels των LCD οθονών μας, γκρεμίζονται, τα nick names και τα avatars αντικαθίστανται με αληθινές φυσιογνωμίες και τα emoticons με αληθινά συναισθήματα. Και μόνο γι’αυτό Ροδούλα, αγαπητή μας Πρωθυπουργέ, σου χρωστάμε όλοι ένα τεράστιο ευχαριστώ. Καλή επιτυχία στην έκθεση!

ΜΕΓΑΛΩΝΩ

Είναι κάτι που διαπιστώνω έντρομος μερικές  φορές. Μεγαλώνω και όσο δύσκολο και αν είναι, οφείλω να συμβιβαστώ με την ιδέα.Μεγαλώνω και βλέπω τον κόσμο διαφορετικά. Το αντιλαμβάνομαι στην προσωπική και επαγγελματική μου καθημερινότητα. Είμαι πιο ρεαλιστής, πιο σκληρός αν θέλετε, λιγότερο ρομαντικός και σίγουρα πιο επιφυλακτικός. Άλλαξα τόσο συχνά παρέες άλλωστε. Άλλες στο γυμνάσιο, άλλες στο λύκειο, άλλες στο πανεπιστήμιο, άλλες στο αγροτικό, άλλες στο στρατό, άλλες στην ειδικότητα και άλλες τώρα. Είναι πολύ λίγα τα κοινά σημεία αναφοράς και οι πραγματικοί φίλοι σε όλη αυτή τη διαδρομή. Και αυτό είναι μάλλον αναμενόμενο διότι το να μοιράζεσαι την καθημερινότητά σου με κάποιον στον ίδιο χώρο εργασίας σε κάνει μεν «γνωστό» αλλά όχι και «φίλο».

Και όλα αυτά τα γράφω με αφορμή το τηλέφωνο μίας συναδέλφου και το παράπονο της ότι χαθήκαμε. Όχι μόνο εμείς αλλά όλη η γιατρο-παρέα του νοσοκομείου. Ο καθείς τράβηξε το δρόμο του και έριξε μαύρη πέτρα πίσω του αποδεικνύοντας περίτρανα πως «ουδείς αναντικατάστατος». Μα ήταν τόσο σίγουρο και δεδομένο πως έτσι θα γίνει που πραγματικά δεν αντιλήφθηκα την απορία και το παράπονό της. Θυμήθηκα όμως πως μικρότερος, κάθε φορά που και εγώ άλλαζα παρέες, πονούσα και δυσκολευόμουν να προσαρμοστώ στα νέα δεδομένα. Τώρα όμως δεν έγινε έτσι. Δεν πόνεσε καθόλου. Γι’αυτό σας λέω. Κάτι αλλάζει.

Μεγαλώνω. Το βλέπω και στον τρόπο διασκέδασης. Αποφεύγω πια τις extreme καταστάσεις, με κουράζουν τα hung-over ξενύχτια, με ταλαιπωρεί ο καπνός και η πολύωρη ορθοστασία. Οι διακοπές σημαίνουν πια για μένα ξεκούραση και relax διάθεση με λίγους και εκλεκτούς φίλους. Μεγαλώνω! Και όσο περισσότερο μεγαλώνω τόσο λιγότερα και ουσιαστικότερα ζητώ. Θέλω μόνο την υγειά μου, τη δουλειά μου και λίγους ανθρώπους να με αγαπούν. Αυτά θα μου αρκούν, όσο και αν μεγαλώνω, όσο και αν γερνώ.

ΨΗΛΑ

Δεν ξέρω για εσάς αλλά για εμένα η Καθαρή Δευτέρα είναι μέρα ιερή, όχι τόσο για το τι εκφράζει στη θρησκεία μας όσο για τις όμορφες παιδικές αναμνήσεις που μου φέρνει στο νου. Πάντα 2-3 μέρες πριν, φτιάχναμε με τον πατέρα μου τον δικό μας χαρταετό. Ως μηχανουργός που  ήταν είχε άψογες γνώσεις γεωμετρίας. Γνωρίζαμε τις σωστές γωνίες του σκελετού, τα κόλπα για το ακριβές κεντράρισμα του σπάγκου και το σωστό μέγεθος της ουράς. Ήταν πραγματική ιεροτελεστία σας λέω. Την επίμαχη μέρα λοιπόν μαζευόταν όλο το συγγενολόι, και με τα ξαδέρφια οργανώναμε τον κλασσικό αγώνα των αετών, ποιος θα φτάσει ψηλότερα! Τώρα βέβαια δε χρειάζεται να σας αναφέρω ποιος έπαιρνε κάθε φορά την πρωτιά. ‘Ιδιος είναι κυριέ μου ο αγοραστός χαρταετός με τα ελεεινά σχέδια και ο home-made του Πετράκη; Ώρες ολόκληρες έκοβα κλωστές, σπάγκους, ξύλα και εφημερίδες για την ουρά.  Ε να μην είχα και εγώ την ικανοποίηση της νίκης;

Οι καιροί πέρασαν, τα ξαδέρφια μεγαλώσαμε και δε συναντιόμαστε τόσο συχνά πια. Η μέρα αυτή όμως δεν έχει χάσει τη μαγεία της, γι’αυτό και εξακολουθώ να την περνώ με τους γονείς. Αφού λοιπόν σας καλημερίσω, επιτρέψτε μου για ακόμα μια φορά να πάω να πετάξω τον αετό μου ψηλά, όλο και πιο ψηλά!