Tag Archives: μαυρος πητ

ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΜΕΝΟΥΝ

brain-drain

Οι νέοι φεύγουν. Στιβάζουν σε μια βαλίτσα πτυχίο, εξειδίκευση και διδακτορικό και κυνηγούν το όνειρο αλλού. Φεύγουν για Αγγλία, για Γερμανία, για Γαλλία, για Σουηδία, για Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, φεύγουν για οπουδήποτε η μόρφωση μετρά σα νόμισμα και συνοδεύεται από το αυτονόητο, μια αξιοπρεπή ζωή.  Η Ελλάδα χάνει σιγά σιγά όλα της τα ζωτικά κύτταρα σε ένα από τα μεγαλύτερα μεταναστευτικά κύματα που έχει βιώσει ποτέ στη σύγχρονη ιστορία της. Brain drain το ονόμασαν διότι ακριβώς αυτό είναι. Απώλεια φαιάς ουσίας. Η Ελλάδα δεν εξάγει πια λαχανικά, ψάρια ή βαμβάκι. Εξάγει γιατρούς, μηχανικούς και αρχιτέκτονες.

Οι λόγοι είναι πολλοί. Ανεργία, απάνθρωπες συνθήκες εργασίας, εκμετάλλευση, παρανομία, αναξιοκρατία, όλα υπό τη σκεπή της Kρίσης. Η οικονομική και κοινωνική εξαθλίωση αναγκάζει το νέο γιατρό που τελειώνει την ειδικότητά του στα 35 και βάλε, να έχει μόλις δύο επιλογές. Να δουλέψει σε συνθήκες γαλέρας μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας για επιχρυσωμένα ψίχουλα ή σεβόμενος το πτυχίο του πολύ απλά να φύγει. Και φυσικά φεύγει. 1500 γιατροί κάθε χρόνο, στην πιο παραγωγική τους ηλικία φεύγουν για το εξωτερικό και μαζί με αυτούς φεύγει το Όραμα, η Ιδέα, η Γνώση, η Ενέργεια, η Δημιουργία. Η Ελλάδα πληρώνοντας το μεγαλύτερο τίμημα της κρίσης, την απώλεια έμψυχης δύναμης, μετατρέπεται χρόνο με το χρόνο σε μία χώρα στάσης, έλους και επανάληψης.

Δεν ξέρω να σας πω και πολλά για την τύχη όλων αυτών που φεύγουν. Από όσο διαβάζω οι περισσότεροι με κόπο και πολλή δουλειά, διότι τίποτα δε χαρίζεται σε τούτο τον κόσμο, καταφέρνουν τελικά να ενσωματωθούν στη χώρα που τους υποδέχτηκε. Με έναν σαφώς καλύτερο μισθό και αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης, η ελληνική κρίση ομοιάζει πια στους περισσότερους από αυτούς με ένα κακό όνειρο, έναν εφιάλτη που δύσκολα θα ξεχάσουν. Φυσικά και ταλαιπωρούνται. Ο ξεριζωμός άλλωστε δεν είναι εύκολη υπόθεση. Αν είναι και εκούσιος, συνοδεύεται από ανασφάλεια, τύψεις και προσμονή για μια δικαίωση, μια εξιλέωση που πιθανώς δε θα έρθει ποτέ. Ελληνικές ομογένειες αναδύονται σε κάθε γωνιά της γης, ελληνικά σχολεία που μεταλαμπαδεύουν τον Ελληνικό Πολιτισμό στα σποράκια – που λέει και η φίλη μου η Μάνια – σε μια προσπάθεια να μάθουν ότι όχι, Ελλάδα δεν είναι  η κρίση. Είναι τόσα πολλά άλλα.

Και ενώ αυτοί που έφυγαν δίνουν το δικό τους αγώνα ως μετανάστες σε ξένη χώρα, την ίδια ώρα στην Ελλάδα κάπου στον δεύτερο βάλτο δεξιά, υπάρχει ένας εργάτης του μόχθου, ενας καλλιτέχνης, ένας άνθρωπος των γραμμάτων, ένας επιστήμονας, που συνειδητά ή αναπόφευκτα – δεν έχει σημασία – έμεινε. Έμεινε να τραβά κουπί για δύο, για τρεις, για δεκατρείς να καλύψει τα κενά, κενά ακόμα και στη φορολογία και στο ασφαλιστικό σύστημα, που άφησαν οι άλλοι, αυτοί που έφυγαν. Και αυτός ο εργάτης, ο καλλιτέχνης, ο επιστήμονας, είναι πολύ θυμωμένος διότι βλέπει το δικό του Όραμα, τις δικές του Ιδέες, να σκονίζονται και να ξεθωριάζουν στη ρουτίνα ενός σκληρού και μερικές φορές απάνθρωπου βιοπορισμού. Είναι πολύ θυμωμένος διότι κατάφεραν να τον πείσουν πως αυτός είναι και ο μοναδικός τρόπος για να βγει η Ελλάδα από την Κρίση, να «βάλει πλάτη» διαπραγματεύοντας τον μισθό του, το χρόνο και την αξιοπρέπειά του. Και τέλος είναι πολύ θυμωμένος διότι τα χρόνια περνούν και παρά τις θυσίες του ο Παράδεισος που του υποσχέθηκαν πολύ απλά δεν έρχεται.

Ναι. Η λιτότητα παραμένει. Οι νέοι συνεχίζουν να μεταναστεύουν και αυτοί που μένουν συνεχίζουν να τραβάν κουπί. Ως πότε πια; Τι πρέπει να γίνει; Πραγματικά δεν ξέρω να σας απαντήσω. Δεν είμαι πολιτικός ούτε κατέχω γνώσεις οικονομικού δικαίου. Είμαι γιατρός, ένας τουλάχιστον από αυτούς που (ξ)έμειναν στην Ελλάδα σε ένα σύστημα Υγείας που σιγά-σιγά καταρρέει εκ των έσω. Ζω από πρώτο χέρι την έλλειψη προσωπικού, είμαι θυμωμένος και επιθετικός, είμαι μόνιμα κουρασμένος και αθεράπευτα απογοητευμένος. Εντούτοις, υπάρχει μία σκέψη που κάπως με ανακουφίζει. Αν κάποτε η Ελλάδα καταφέρει να βγει από την κρίση δε θα οφείλεται σε αυτούς που την βλέπουν από μακριά και την επισκέπτονται ως χώρα παραθερισμού. Θα οφείλεται στη Βιβή, στον Άκη, στη Μαρία, στον Κώστα, στη Δέσποινα, σε όλους αυτούς που δεν έφυγαν αλλά  έμειναν  για να προσφέρουν φαιά ουσία, έργο και ενέργεια στην Ελλάδα θυσίαζοντας μερικές φορές τα πιο ωραία τους όνειρα. Και μόνο για αυτό, ανεξάρτητα από το τι τους επιφυλάσσει η Ιστορία, αυτοί που έμειναν αξίζουν το Σεβασμό όλων.

ΚΑΛΕΣ ΚΑΙ ΚΑΚΕΣ ΜΕΡΕΣ

images

Πόσο εύκολο είναι να συμφιλιωθεί κανείς με το θάνατο όσο είναι ακόμα στη ζωή; Αν για παράδειγμα κάποιος σου ανακοινώσει ότι έχεις 90 ημέρες ζωής πόσο θα σου πάρει να δεχτείς αυτή την αντίστροφη μέτρηση και πώς θα περνάς την κάθε σου μέρα; Θα μπορέσεις ποτέ να σταματήσεις να σκέφτεσαι ότι αύριο θα έχεις 89 ημέρες ζωής και μεθαύριο 88; Θα μπορέσεις να συνεχίσεις να ζεις «φυσιολογικά» την καθημερινότητά σου ή μήπως κάθε μέρα που περνά θα κυριαρχείται από το μοιραίο της 90ής; Όλοι ξέρουμε ότι θα πεθάνουμε κάποτε. Γενικώς και ασαφώς. Δεν θα είναι τώρα, δε θα είναι σε τρεις μήνες ούτε σε ένα χρόνο. Θα είναι κάποτε. Και με το κάποτε οι περισσότεροι μπορεί και να είμαστε δυνατοί και να διαλαλούμε ότι δε φοβόμαστε το θάνατο. Όταν όμως το κάποτε συγκεκριμενοποιηθεί στο πεπερασμένο 90, τα πράγματα αλλάζουν. Τι θα αισθανθείς τότε; Φόβο; Αδικία; Αδυναμία; Ανημποριά;

Ήταν τόσο αναμενόμενη η επόμενη ερώτηση του πατέρα μου. «Πόσο χρόνο έχω;». Φυσικά και δεν ήξερα να απαντήσω. Άλλωστε ήταν πολύ νωρίς να μιλήσουμε για χρόνους. Έπρεπε να οργανωθούμε και να κάνουμε ό,τι είναι ιατρικά και επιτακτικά πια απαραίτητο για να διασφαλίσουμε το ένα και μόνο ιερό ζητούμενο. Την ποιότητα Ζωής. Του άρεσε αυτό του πατέρα μου διότι το τελευταίο δίμηνο δεν περνούσε καλά. Το βασανιστικό του σύμπτωμα δεν ήταν η δύσπνοια, ο βήχας ή η αιμόπτυση (συμπτώματα που δε βίωσε ποτέ) αλλά η αφόρητη θωρακαλγία-οσφυαλγία λόγω της εντοπισμένης καρκινικής πάχυνσης του υπεζωκότα που πίεζε το σύστοιχο μεσοπλεύριο νεύρο. Ό,τι παυσίπονα και να έπαιρνε, όσα αντιφλεγμονώδη (ενέσιμα ή από του στόματος) και να του χορηγούσα ο πόνος ήταν παρών κάθε φορά που ξάπλωνε. Προσπαθούσε να βρει μία στάση να τον ανακουφίζει έστω και για λίγο. Υπήρχαν μέρες καλές που το κατάφερνε και μέρες κακές που ό,τι και να έκανε πονούσε. Κατέληγε να ξαπλώνει στο πάτωμα δεξιά πλάγια, σε εμβρυική στάση. Έτσι, ίσως και να κοιμόταν κάνα τρίωρο. Το υπόλοιπο βράδυ κυκλοφορούσε μόνος στο σπίτι, από το σαλόνι στο μπαλκόνι και από το μπαλκόνι στο σαλόνι, όσο πιο αθόρυβα μπορούσε, κάνοντας απόσβεση τις πιο σκοτεινές του σκέψεις στον αιωρούμενο καπνό. Ναι, ακόμα κάπνιζε. Πολύ. Γιατί όχι άλλωστε;

Για να έχουμε έναν κοινό και αντικειμενικό άξονα συνεννόησης του ζήτησα να βαθμολογεί τον πόνο από το μηδέν (καθόλου πόνος) ως το 10 (αφόρητος πόνος). Το 5 θα ήταν το όριο έντασης που θα μπορούσε να αντέξει. Γενικά στα τεσσάρια και τα πεντάρια δε με έπαιρνε τηλέφωνο για να μη με ανησυχήσει. Με ενημέρωνε το επόμενο πρωί. Αυτές ήταν  οι σχετικά καλές μέρες. Μερικές πάλι φορές, ευτυχώς όχι πολλές, βίωνε εξάρια και επτάρια. Αυτές ήταν οι κακές μέρες που δεν κοιμόταν καθόλου. Και από τις κακές αυτές μέρες, το μόνο που σήμερα θυμάμαι είναι ο πανικός. Ο πανικός που ήμουν ανήμπορος να τον βοηθήσω. Τρία πράγματα έπρεπε να γίνουν με κάθε θυσία και το γρηγορότερο δυνατόν: α) η έναρξη συνεδριών ακτινοβολίας στην περιοχή πίεσης του μεσοπλεύριου νεύρου, β) η λήψη βιοψίας και γ) η έναρξη χήμειο- ή άνοσοθεραπείας.

Εξήγησα τα πάντα στον πατέρα μου. Ο πόνος τον έκανε ανυπόμονο για την έναρξη οποιασδήποτε θεραπείας. Είπε σε όλα ναι. Έτσι, 20 Σεπτεμβρίου 2017 ξεκινήσαμε ακτινοβολίες. Προγραμματίστηκαν να γίνουν 16 συνολικά συνεδρίες, μία την ημέρα, καθημερινά, από Δευτέρα ως Παρασκευή. Πάντα έφευγα 1-2 ώρες νωρίτερα από τη δουλειά και τον πήγαινα με το αυτοκίνητο. Ήθελα να τον πηγαίνω εγώ. Στη διαδρομή πιάναμε την κουβέντα για όλα. Για μένα, για εκείνον, για τη νόσο του, για τον πόνο του, για τη μάνα μου, για τον αδερφό μου, για τους συγγενείς του. Λέγαμε και τις μπούρδες μας, τι έγινε στο Survivor, στο Masterchef ή σε κάτι τούρκικες σειρές που έβλεπε με τη μάνα μου και που ανάθεμα και αν θυμάμαι τον τίτλο τους τώρα. Οι ρόλοι μου εναλάσσονταν από ώρα σε ώρα. Προσπαθούσα να καταλάβω τι είχε ανάγκη να ακούσει. Πότε του μιλούσα σα γιατρός και πότε σα γιος. Μας έκαναν απίστευτο καλό αυτές οι κουβέντες. Εγώ δυνάμωνα όλο και περισσότερο και αν και δεν κατάφερα να συμφιλιωθώ με την ιδέα του θανάτου, δεν ξαναέκλαψα ποτέ μπροστά του. Ο πατέρας βλέποντας εμένα δυνατό, χαλάρωνε και άρχιζε επιτέλους να ανοίγεται και  να μοιράζεται τους πιο κρυφούς του φόβους και ανησυχίες κάνοντας το «μαζί» πια πράξη.

Ευτυχώς μετά την πέμπτη συνεδρία ακτινοβολίας ο πόνος ελαττώθηκε εντυπωσιακά. Ο πατέρας μου μπορούσε να κοιμηθεί πια στο κρεβάτι με ελάχιστα παυσίπονα. Η ποιότητα Ζωής του είχε επανέλθει. Και αν καμιά φορά δεν κοιμόταν ήταν λόγω αγωνίας για το τι θα του επιφύλασσε η επόμενη ημέρα. Θα ήταν άραγε μία καλή ή μία κακή ημέρα; Έτσι ειχαμε συμφωνήσει. Να μη σκεφτόμαστε ποτέ τον επόμενο μήνα ή την επόμενη εβδομάδα. Μόνο την επόμενη μέρα. Να αντιμετωπίζουμε το θηρίο με μικρούς βηματισμούς και εφικτούς στόχους. Και ο πρώτος στόχος, η ύφεση του πόνου, είχε κιόλας κατακτηθεί.

Ο δεύτερος στόχος ήταν φυσικά η βιοψία. Η βιοψία σε έναν καρκινοπαθή καθορίζει σε μεγάλο βαθμό το ιδανικό πλάνο θεραπείας που πρέπει να ακολουθήσει και δυστυχώς ή ευτυχώς δίνει και μια πρώτη αδρή προσέγγιση του χρόνου επιβίωσης. Η πρώτη προσπάθεια βιοψίας του πατέρα μου υπό αξονικό τομογράφο εννοείται πως απέτυχε παταγωδώς χαρίζοντάς του έναν ωραιότατο πνευμοθώρακα. Η δεύτερη όμως έδωσε τελικά τον πολυπόθητο ιστό στο παθολογοανατομικό εργαστήριο οπότε λίγες μέρες μετά, 25 Σεπτεμβρίου 2017, χρώσεις, ανοσοϊστοχημείες και γονιδιακές εξετάσεις αποφάνθηκαν πως αυτό που έμελε να σκοτώσει τον πατέρα μου είχε τίτλο και ονομασία προέλευσης «μη μικροκυτταρικός καρκίνος πνεύμονα, πλακώδης, χαμηλής διαφοροποίησης με PDL1: 3%». Η διαφοροποίηση δε, ήταν τόσο χαμηλή που αρχικά ο παθαλογοανατόμος δεν μπορούσε να αναγνωρίσει καν την πνευμονική προέλευση των κυττάρων. Για τους μη γνώστες, στην ιατρική χαμηλή διαφοροποίηση σημαίνει υψηλή επιθετικότητα. Και υψηλή επιθετικότητα σημαίνει … σημαίνει πολύ απλά ότι μας περίμενε μεγάλος αγώνας. Ο μπαμπάς ενημερώθηκε ότι το θεριό είναι πολύ πιο ζόρικο απ΄όσο περιμέναμε και ελπίζαμε. Ενημερώθηκε ότι θα ξεκινήσουμε άμεσα χημειοθεραπείες και ότι ίσως κάποια στιγμή βιώσει ανεπιθύμητες ενέργειες που θα μπορούσαν να του στοιχίσουν σε ποιότητα ζωής.

«Έχουμε αγώνα μπροστά μας μπαμπά»
«Φυσικά και έχουμε αγώνα. Αύριο. Πάμε να πιούμε κάνα καφέ τώρα;»

ΤΡΕΧΟΝΤΑΣ

τρέχοντας-σύνο-ο-ανθρώπων-σκιαγραφιών-79666640

Κάποτε είχα βάλει στόχο να τρέχω. Να τρέχω πολύ, όλο και πιο πολύ. Όσο κουρασμένος και να γύριζα από τη δουλειά, όσο φορτωμένη και να ήταν η μέρα μου, πάντα κατάφερνα και έβρισκα γύρω στη μία ώρα να τρέξω. Φορούσα τα ακουστικά, επέλεγα προσεκτικά τη συνολική λίστα τραγουδιών που θα ακούσω, ανέβαινα στο διάδρομο και απλά έτρεχα. Για να πω την αλήθεια, τεχνικά τις πρώτες ημέρες περπατούσα. Μετά από κάνα μήνα όμως άρχισα να χώνω μέσα στο πρόγραμμα πεντάλεπτα κανονικού τρεξίματος που στην επόμενη εβδομάδα γίνονταν επτάλεπτα, την επόμενη δεκάλεπτα μέχρι τελικά που κατάφερνα να τρέχω ως και μία ώρα συνεχόμενα χωρίς διακοπή.

Είχα ήδη πολλούς εθισμούς στη ζωή  μου (και δεν αναφέρομαι σε ουσίες), όμως θες η βελτίωση της διάθεσής μου μέσω των περιβόητων ενδορφινών, θες η απίστευτη αύξηση της αντοχής μου, θες ότι μπορούσα επιτέλους να βλέπω τον εαυτό μου στον καθρέφτη, το τρέξιμο είχε αναμφισβήτητα αναδειχθεί ως το πιο φυσικό και αγαπημένο μου ναρκωτικό. Για μία ώρα, κατάφερνα σχεδόν σε καθημερινή βάση, μερικές φορές ακόμα και πέντε τα χαράματα, να ξεχνάω οτιδήποτε ταλαιπωρούσε το μυαλό, την ψυχή ή την καρδιά μου, να επεξεργάζομαι καλύτερα πληροφορίες, δεδομένα και σκέψεις και να  αποβάλω ως τοξικό μίασμα οτιδήποτε δεν έβρισκε λύση.

Πάνε τρία χρόνια από τότε και πραγματικά δεν ξέρω τι είναι αυτό που σταδιακά με απομάκρυνε από αυτή τη γλυκιά εξάρτηση. Όσο και να αναλογίζομαι, δε μπορώ να βρω την ή τις αιτίες. Έλλειψη χρόνου; Σωματική κόπωση; Ανάπαυση; Αγρανάπαυση ή απλά δικαιολογίες; Δεν ξέρω. Το σίγουρο είναι ότι θέλω δειλά να ξανανέβω στον τάπητα. Δέκα λεπτά, ένα τέταρτο, είκοσι λεπτά, όσο καταφέρω. Με ξέρω, είναι μέχρι να γίνει η αρχή. Μετά θα τσουλίσει μόνο του. Θα αρχίσει να δουλεύει πάλι το μυαλό, να επεξεργάζεται τις νέες πληροφορίες, τα νέα δεδομένα και τα φρέσκα προβλήματα που αναδύθηκαν τελευταία στη ζωή μου. Το έχω απόλυτη ανάγκη. Και θα το κάνω.

ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΘΝΗΤΟΙ

0*VWU8mj_rXlj9pQaW

Ήθελα πολύ καιρό, σχεδόν έξι μήνες, να γράψω τις σκέψεις μου. Όχι να τις μοιραστώ. Μόνο να τις γράψω. Και μετά να τις διαβάσω. Και να τις ξαναδιαβάσω. Και μετά να προσπαθήσω να τις διορθώσω, να τις αλλάξω σειρά, να τις οργανώσω σε μια προσπάθεια να οργανωθώ και εγώ ο ίδιος. Δεν τα κατάφερα. Η δουλειά πολλή. Η κούραση περισσότερη. Ή απλά το απέφευγα. Δεν ξέρω.

Σήμερα, Μεγάλη Τετάρτη, αποφάσισα να το κάνω. Ή τουλάχιστον να το προσπαθήσω. Είναι 14:15, κάθομαι στο δωμάτιο 9 του oneday clinic στο νοσοκομείο Μητέρα. Πληκτρολογώ στο ipad. Οι σκέψεις είναι δυσάρεστες, τολμώ να πω επώδυνες. Εντούτοις γράφω ήρεμα.  Δίπλα βρίσκεται ξαπλωμένος ο πατέρας μου. Κοιμάται γαλήνια όσο πέφτει ενδοφλέβια το φάρμακο. Opdivo. Θα μπορούσε να λέγεται και ελπίδα.

Πριν επτά μήνες ο πατέρας μου διαγνώστηκε με καρκίνο του πνεύμονα. Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα για έναν γιατρό. Να βάζει μια τέτοια διάγνωση σε ένα τόσο κοντινό του άνθρωπο. Παραπονιόταν για ένα πόνο στο δεξί υποχόνδριο και λίγο στην πλάτη. Δύο μήνες τον ταλαιπωρούσε αλλά έπαιρνε αναλγητικά και δεν μου έλεγε τίποτα. Αποφάσισε να μου το πει αρχές Σεπτεμβρίου όταν τα παυσίπονα δε βοηθούσαν.  «Η χολή σου θα είναι πατέρα, έλα στο νοσοκοκομείο να σου κάνω εξετάσεις». Η χολή δεν ήταν. Ο υπέρηχος άνω κάτω κοιλίας ήταν φυσιολογικός. Η ακτινογραφία θώρακος όμως όχι. Με το που εκτυπώθηκε, στάθηκα μπροστά στο διαφανοσκόπιο και την κοιτούσα. Κοιτούσα ξανά το όνομα. Μπας και ήταν άλλου. Όχι. Ήταν του πατέρα μου. Και κάπως έτσι, 13 Σεπτεμβρίου 2017, ξεκίνησαν όλα, με εμένα χλωμό και κάθιδρο να παρατηρώ μια νομισματοειδή σκίαση στον δεξιό πνεύμονα του πατέρα μου.

Τα χαστούκια έρχονταν απανωτά. Κάθε μέρα επιφύλασσε και κάτι διαφορετικό. Το επόμενο βήμα ήταν οι αξονικές τομογραφίες. Επιβεβαίωσαν ότι η νοσμισματοειδης σκίαση ανήκει στον κάτω λοβό του δεξιού πνεύμονα σε γειτνίαση με τον υπεζωκότα. Ευτυχώς δε διαπιστώθηκαν μεταστάσεις σε άλλα όργανα. Εγκέφαλος, κοιλία και οστά ήταν καθαρά. Αμέσως άρχισα να επεξεργάζομαι πιθανά σενάρια στο μυαλό μου. Άρχισα να ελπίζω. Μήπως το προλάβαμε; Μήπως είμαστε μόλις στο πρώτο στάδιο; Μια λοβεκτομή και ίαση. Ευκολάκι; Όχι.

Δύο μέρες μετά ακολούθησε το PET-CT, η τεχνολογία σε όλο της το μεγαλείο και συνάμα η εξέταση εκλογής στην περίπτωση του πατέρα μου. Χρησιμοποιώντας τη γενική παραδοχή ότι τα καρκινικά κύτταρα έχουν ταχύτερο μεταβολισμό από τα φυσιολογικά, έχει τη δυνατότητα-ικανότητα να αποκαλύπτει καρκινικές εστίες-μεταστάσεις που δε φαίνονται στην απλή αξονική τομογραφία. Ο πατέρας μου μετά την εξέταση πήγε Δήλεσι διότι λόγω ακτινοβολίας, έπρεπε να παραμείνει για περίπου 24 ώρες μόνος του. Εγώ πήγα στη μάνα μου και τον αδερφό μου οι οποίοι δε γνώριζαν τίποτα. Είχε ευαισθητοποιηθεί η συνάδελφος ακτινολόγος να με ενημερώσει άμεσα με τα πρώτα αποτελέσματα. Και έτσι έγινε.

Παίζει να ήταν η χειρότερη μέρα της ζωής μου. Η συνάδελφος ήταν απίστευτα ευγενική όμως τα λόγια της τσάκιζαν. Εκτός από τη βασική νομισματοειδή σκίαση διαμέτρου δύο περίπου εκατοστών, υπήρχαν παχύνσεις του υπεζωκότα, αρκετά μικρά οζίδια διάσπαρτα στο πνευμονικό παρέγχυμα και δύο έντονα ύποπτοι λεμφαδένες στο μεσοθωράκιο. Συνέχεια άκουγα την έκφραση «υπερμεταβολική εστία εδώ» «υπερμεταβολική εστία εκεί». Ήθελα να της πω «σκάσε» αλλά έπρεπε να το ακούσω μέχρι το τέλος. Και το τέλος ήταν και το χειρότερο. Μία από τις παχύνσεις του υπεζωκότα ερχόταν σε επαφή με τον δέκατο θωρακικό σπόνδυλο. Ήταν αρκετά μεγάλη και ουσιαστικά εισχωρούσε μέσα στο μεσοσπονδύλιο τρήμα  πίεζοντας το σύστοιχο μεσοπλεύριο νεύρο. Το μυστήριο λύθηκε. Αυτό εξηγούσε τον πόνο στην πλάτη αλλά και την ζωστηροειδή του επέκταση στο δεξί υποχόνδριο.

Κλείνοντας το τηλέφωνο με έπιασαν τα κλάματα. Η μάνα μου σάστισε. Κάθησε δίπλα μου και άρχισε να μου χαϊδεύει την πλάτη. Με ρωτούσε τι έχω. Παρά την άνοιά της άρχισε να κάνει συνειρμούς. Γιατί ο μπαμπάς πήγε μόνος του Δηλεσι; Είναι καλά; Καλή η ερώτηση σκέφτηκα. Είναι καλά; Τι θα του πω όταν με πάρει τηλέφωνο; Πώς θα το ανακοινώσω; Πώς θα τον στηρίξω; Τι να απαντήσω στη μάνα μου; Χρειαζόμουν ο ίδιος χρόνο. Χρόνο καταρχήν να θρηνήσω και να πλαντάξω. Χρόνο να δεχτώ και να αποδεχτώ. Και το κυριότερο, χρόνο για να δυναμώσω, μπας και καταφέρω και αντιμετωπίσω τη σκληρή αλήθεια που μόλις έμαθα. Ότι ο πατέρας μου έχει καρκίνο του πνεύμονα. Χωρίς καμία πιθανότητα ίασης.

ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗ

dsc00196-e1526326382580.jpg

Περίεργη και αναπάντεχα δακρύβρεχτη η σημερινή μέρα. Δεν περίμενα ότι θα με ενοχλήσει τόσο, όμως, ως φαίνεται, ορισμένα πράγματα πληγώνουν μόνο όταν παύουν να είναι δεδομένα. Όχι, δεν πρόκειται για μια εγγραφή ερωτικής απογοήτευσης αλλά για μία κατάθεση απόσυρσης. Γράφω για  το πρώτο μου, δεκατριών πια χρόνων,αυτοκίνητο. Πέντε υπογραφές και τέσσερις επικυρώσεις του γνήσιου της υπογραφής ήταν αρκετές λοιπόν για να αποσυρθεί, σπαρακτικά απρόσωπα, δίπλα σε εκατοντάδες άλλα.

 Ήταν ένας τεράστιος υπαίθριος χώρος όπου έβλεπε κανείς αριστερά τόνους από λάστιχα, και δεξιά τους σκελετούς των αυτοκινήτων στιβαγμένους σε εξάδες ο ένας πάνω στον άλλο. Κανονικό νεκροταφείο. Και ένα νεκροταφείο πάντα σου γεννά μια γλυκόπικρη αίσθηση απώλειας, νοσταλγίας, μελαγχολίας, ίσως και φόβου, ακόμα και αν πρόκειται για αυτοκίνητα. Λίγο παρακάτω ένας Πακιστανός σκούπιζε τα συντρίμμια των κρυστάλλων και στο βάθος φαινόταν και ακουγόταν ένας γερανός που μετέφερε προφανώς τις «σωρούς».

Κάπου στη μέση αυτής της υπαίθρου, σήμερα 11/05/2013 και  ώρα 10:26 και 32 δευτερόλεπτα, βρέθηκα και εγώ.  Δυνάμωσα το cd-player που έπαιζε (σκόπιμα και όχι τυχαία) το Breath me από  Sia, πήρα μια βαθιά ανάσα και βγήκα από το saxo να επεξεργαστώ το περιβάλλον. Αφού έβγαλα τις τελευταίες του φωτογραφίες, βρέθηκα τελικά στο διοικητικό προσωπικό της εταιρείας απόσυρσης να υπογράφω τις υπεύθυνες δηλώσεις και συγχρόνως να παρακολουθώ τον Πακιστανό να προσπαθεί μάταια να ανοίξει το καπώ του αυτοκινήτου. Γέλασα λίγο αυθόρμητα διότι λόγω ελαττώματος ήθελε ειδικό χειρισμό τον οποίο και με μαύρη καρδιά του έδειξα.

Έφυγα με διάθεση «πονάει η καρδιά όταν ψηλώνει» και όπως έβλεπα τον Πακιστανό να αφαιρεί τελικά τη μπαταρία, ε ναι λοιπόν δάκρυσα λες και πρόδωσα τον καλύτερό μου φίλο για 900 ψωροαργύρια. Στο ταξί που πήρα για το σπίτι, κρατούσα σφιχτά τα κλειδιά. Δεν τα χρειάζονται στην εταιρία ανακύκλωσης. Η πορεία του φίλου μου άλλωστε ήταν πια προδιαγεραμμένη: Λάστιχα και λαμαρίνες!  Και κάπου βαθιά σε αυτές τις λαμαρίνες βρίσκονται ανεξίτηλα χαραγμένες κάποιες βραδιές στην Πετρούπολη με θέα πιάτο όλη την Αθήνα, ένας στρατός στη Λέσβο, ένα αγροτικό στο Μεσολόγγι και την Άνω Χώρα ορεινής Ναυπακτίας, μία εκδρομή στο Ναύπλιο, τα Δερβενοχώρια, το Προκόπι, τη Μάνη, μονήμερες αποδράσεις σε όλες τις παραλίες της Αττικής, διακοπές σε Λευκάδα, Σκύρο, Άνδρο, Πάρο, Λευκάδα, Πάρο, Νάξο, Ελαφόνησο και δε θυμάμαι και που αλλού. Κάθε βαθούλωμα, κάθε γρατζουνιά και μία σελίδα της ζωής μου.

Δεν ξεκολλάω εύκολα απ’το παρελθόν. Όσο και να θέλω να προχωράω, είμαι άνθρωπος μάλλον δύσκολος και δυσκοίλιος στις αλλαγές. Δένομαι με πρόσωπα, αντικείμενα και καταστάσεις και πονάω όταν λόγω συνθηκών ή πιέσεων αναγκάζομαι να αλλάξω τις φυσικές μου σταθερές. Όμως τα πάντα στη ζωή είναι ροή. Ροή και ανακύκλωση …

ΙΔΙΟΤΡΟΠΙΕΣ

κατάθλιψη

Δε θα έλεγα ότι τις τελευταίες μέρες είμαι και στα καλύτερά μου. Πώς και πώς περίμενα τα ρημαδιασμένα τριήμερα της Κ.Δευτέρας και 25ης Μαρτίου και αυτό που κατάφερα τελικά είναι να τα περάσω κλεισμένος στο σπίτι με κλεισμένα παράθυρα, παρέα με θριλερο-ταινίες και άπειρη έντεχνη μουσική («έντεχνη», βλέπε κατάθλιψη). Ούτε τα ρούχα που είχε απλώσει η καθαρίστρια δε μάζεψα, και φάγανε απανωτές 2-3 βρόχες και άιντε να της εξηγήσεις για ποιο λόγο θα ξαναπλύνει τα ίδια μέσα σε δύο μόλις ημέρες.

Όλοι έχουμε δικαίωμα στη μιζέρια και τον πάτο αλλά αυτή τη φορά κάπως το παράκανα. Δεν ξέρω, ίσως το είχα ανάγκη. Είχα ανάγκη να ξυπνώ και να κοιμάμαι όσες φορές τη μέρα γουστάρω, να μην πλένω τα δόντια μου, να κυκλοφορώ ξεμαλλιασμένος με ένα σώβρακο taz και δύο λιονταροπαντόφλες, και να μη δίνω λογαριασμό σε κανένα. Ήθελα το σπίτι να είναι μπουρδέλο, τα πιάτα στο νεροχύτη και το κρεβάτι ξέστρωτο, μόνο και μόνο για να έχω την (ψευδ)αίσθηση ότι τα έχω όλα και όλους γραμμένα στην πούτσα μου. Ακόμα και τον ίδιο μου τον εαυτό. Προσπαθούσα να απασχολώ το μυαλό μου με χίλιες δυο μαλακίες ώστε να ΜΗ σκέφτομαι σοβαρά, ούτε αιτίες, ούτε αφορμές. Και όμως γνώριζα πως σε αυτό το μπουρδελόσπιτο, έμεινα κλεισμένος για ένα και μόνο λόγο. Να κοιτάξω κατάματα τον εαυτό μου στον καθρέφτη και να κάνω την αυτοκριτική μου.

Είμαι δύσκολος άθρωπος. Έχω τις ιδιοτροπίες και τις παραξενιές μου. Όλοι θα μου πείτε ότι έχουν τα χούγια τους. Απλά τελευταία φοβάμαι πως σε μένα τα μεγέθη διογκώνονται ενοχλητικά. Και όταν ακούς συχνά και από διαφορετικές πηγές επιθετικούς προσδιορισμούς του στυλ «κακομαθημένος», καλοπερασάκιας, εαυτούλης, γκρινιάρης και άλλα τέτοια συναφή, σημαίνει ή ότι όλος ο κόσμος γύρω σου τρελλάθηκε ή ότι πολύ απλά το’χεις και εσύ λίγο το μικρόβιο. Το θέμα είναι σίγουρα πως δεν είμαι ο ίδιος άνθρωπος που ήμουν πριν πέντε χρόνια. Για να ανταπαξέλθω πια στην καθημερινή μου ρουτίνα, πρέπει να χωρέσω χίλια δυο πράγματα μέσα σε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα κάτι που με αναγκάζει να υιοθετήσω αυστηρότατο πρόγραμμα δουλειάς και οργάνωσης. Και αυτό φυσικά δε με κάνει και τον πιο κοινωνικό και συνεργάσιμο άνθρωπο που θα μπορούσατε να γνωρίσετε. Το αντίθετο. Με κανει μοναχικό, απόλυτο, αδιάλλακτο και φυσικά των άκρων. Ή του ύψους ή του βάθους, ή όλα ή τίποτα.

Στους δικούς μου ανθρώπους τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο δύσκολα αφού ανέκαθεν ήμουν πιο αυστηρός και κριτικός και ανέκαθεν αποτελούσαν και τα «εξιλαστήρια θύματα»  διοχέτευσης όλης αυτής της πίεσης. Το θέμα είναι ότι παλαιότερα η εκτόνωση μπορεί να γινόταν και στα διάφορα κουτουκάκια όπου με μπόλικο κρασί μοιραζόμασταν τους καημούς και αναστεναγμούς που λέει και το λαϊκό άσμα. Τώρα γίνεται με θυμό και καβγάδες. Όμως οι φίλοι γι’αυτό είναι δίπλα σου. Για να την πληρώνουν και να σε ανέχονται είτε είσαι απόλυτος, είτε κριτικός, είτε γκρινιάρης είτε ιδιότροπος, είτε μόνιμα κουρασμένος. Και γι’αυτό είναι πάντα λίγοι και καλοί, τρεις για την ακρίβεια, μπορεί και δύο, δεν ξέρω. Και όταν ένας φίλος σε συμβουλεύει, το λιγότερο που έχεις να κάνεις είναι να σκεφτείς πολύ καλά τα λεγόμενά του ανεξαρτήτως του τρόπου που στα μεταφέρει. Μην κολλάς στον τρόπο ηλίθιε, κράτα την ουσία και να θυμάσαι πως το κακό περιτύλιγμα δε σημαίνει σε καμία περίπτωση έλλειψη κατανόησης ή απουσία συμπαράστασης.

Κάτι τέτοια σκεφτόμουν τα τριήμερα αφήνοντας τελευταίο να σας αναφέρω το χειρότερό μου μειονέκτημα, τον εγωισμό. Ω ναι, αυτός ο γαμημένος εγωισμός που τόσο με ταλαιπωρεί και τόσο μου έχει στοιχίσει σε όλους τους τομείς της ζωής. Εντούτοις, όσες φορές και αν έχω σπάσει τα μούτρα μου, αυτός δε λέει να φύγει. Φιλτράρει τις περισσότερες αποφάσεις που παίρνω και ευθύνεται για πολλά δεινά που κουβαλάω. Έτσι και μου τσιγκλήσεις τον εγωισμό μου, έτσι και αισθανθώ για τον οποιοδήποτε λόγο ανεπιθύμητος, έφυγες με ταχύτατες διαδικασίες και ας είσαι ο ένας από τους τρεις πολύτιμους εναπομείναντες. Ίσως είναι ένας μηχανισμός άμυνας που υποσυνείδητα αναπτύσσω για να μην έχει κανείς πρόσβαση στα πολύτιμα και ευαίσθητα data μου, ίσως ταυτίζω τον εγωισμό με την περηφάνεια (μεταξύ μας ακόμα δεν έχω καταλάβει τη διαφορά τους). Το σίγουρο είναι ότι αυτή η άμυνα θα συνεχίσει να μου στοιχίζει, και με μαθηματική ακρίβεια με κόβω στα εβδομήντα μου να κάθομαι σε ένα παγκάκι γηροκομείου έχοντας στο ένα χέρι τον ουροκαθετήρα και στο άλλο τα exelon μπας και θυμηθώ τι αξιόλογο έκανα στη ζωή μου. Όμως το ξεκαθάρισα απ΄την αρχή. Είμαι δύσκολος και ιδιότροπος άνθρωπος. Έχω υποθέτω και κάποια καλά που δεν είναι επί της παρούσης. Τα κακά είναι αυτά που ακούστηκαν και τα κακά είναι αυτά που με/σε παίδεψαν τελευταία. Μάθε με έτσι, αποδέξου με έτσι, ή απλά φύγε.

ΕΟΠΥΥ

EOPYY_aFTODIOIKISI

To 2011 είναι η χρονιά της Υγείας. Οι αλλαγές που ήδη ξεκίνησαν θεωρούνται κατά γενική ομολογία κοσμοϊστορικές. Καταρχήν η βασιλεία του ΙΚΑ τελείωσε. Και μαζί με αυτή τελείωσε και το βασανιστήριο χιλιάδων ασθενών που περίμεναν δύο και τρεις μήνες για μία απλή συνταγογράφηση. Δε συζητάμε φυσικά για τη στοιχειώδη κλινική εξέταση όπου σαφώς και δεν υπήρχε χρόνος στα πρωινά ιατρεία του ΙΚΑ (οπότε με λεπτούς και έμμεσους χειρισμούς ο ασθενής κατευθυνόταν στο ιδιωτικό ιατρείο του εκάστοτε ΙΚΑτζή). Ναι, η βασιλεία του ΙΚΑ τελείωσε. Το επαναλαμβάνω μπας και το πάρετε όλοι πρέφα. Ο ασθενής έχει το δικαίωμα πια να επιλέξει οποιονδήποτε ιδιώτη γιατρό γουστάρει αρκεί αυτός να έχει σύμβαση με το δημόσιο (ΟΠΑΔ) ή ΟΑΕΕ (πρώην ΤΕΒΕ).

Η σύσταση αυτού του ΕΟΠΥΥ (ενιαίος οργανισμός παροχής υπηρεσιών υγείας) αναμένεται να γίνει επίσημα τον Ιούνιο ενώ το χρονικό διάστημα που διανύουμε τώρα έχει κατά κάποιο τρόπο δοκιμαστικό και πιλοτικό χαρακτήρα με την έναρξη εξέτασης των ασθενών του ΙΚΑ από γιατρούς του ΟΠΑΔ ή ΟΑΕΕ. Το νομοσχέδιο αυτό όμως στην πλήρη ανάπτυξή του, έχει πάρα πολλές (σκόπιμες ή μη) ασάφειες σε κάποια νευραλγικά και βασικά του σημεία. Για παράδειγμα δύο απορίες που αμέσως αμέσως προκύπτουν είναι: Το ταμείο αυτό θα το έχουν όντως ΟΛΟΙ οι ιδιώτες γιατροί ή θα είναι ένα «ταμείο-φιλέτο» που θα έχουν οι λίγοι και «εκλεκτοί» όπως συνέβαινε τώρα με το ΙΚΑ; Πώς θα γίνεται η αμοιβή των γιατρών; Στο δεύτερο αυτό σημείο, το μπάχαλο είναι τεράστιο. Κυκλοφόρησε το σενάριο περί μίας κατά κάποιο τρόπο πάγιας μηνιαίας  αμοιβής της τάξης των 500-600 ευρώ (όσους ασθενείς και να δει ο γιατρός). Αλλά για σκεφτείτε το λίγο. Ως τώρα έτσι γινόταν η αμοιβή των συμβεβλημένων με τον ΟΑΕΕ (ΤΕΒΕ). Είναι δυνατόν να βλέπει ο γιατρός τους ασθενείς ΚΑΙ ΤΩΝ ΤΕΣΣΑΡΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΤΑΜΕΙΩΝ, που ουσιαστικά καλύπτουν σχεδόν το 90% όλου του πληθυσμού στην Ελλάδα, στην τιμή του ενός; Αυτό ήταν και είναι ένα από τα σημαντικότερα σημεία της απεργίας διότι αν όντως ισχύσει κάτι τέτοιο, τα ιδιωτικά ιατρεία γίνονται μη βιώσιμα. Μία λοιπόν βασική απαίτηση των κινητοποιήσεων που έγιναν ήταν η αμοιβή των γιατρών σε αυτό το ΕΟΠΥ να γίνεται κατά πράξη και περίπτωση (ανά ασθενή δηλαδή). Και αυτό είναι κάτι που τουλάχιστον πιλοτικά μέχρι τον Ιούνιο, όπως δεσμεύτηκε ο κ.Λοβέρδος, θα γίνει. Και μη φανταστείτε καμιά υπέρογκη αμοιβή: Ένα starclub και μία σαλάτα του σεφ! Τόσα κοστίζει η ατομική υγεία στην Ελλάδα.

Το τι πραγματικά μας επιφυλάσσει απ’τον Ιούνιο και μετά το κράτος, είναι πραγματικά άγνωστο και επτασφράγιστο μυστικό. Και σε εμάς τους γιατρούς και σε εσάς τους ασθενείς. Το σίγουρο είναι ένα. Σε τούτη τη χώρα, οι όποιες κοσμοϊστορικές αλλαγές σκοπεύουν σε ένα και μόνο πράγμα. Να δώσουν ρευστό στα ταμεία του κράτους. Και χρήμα όντως θα εξοικονομηθεί μόνο και μόνο με τη θεσμοθέτηση της ενιαίας ηλεκτρονικής συνταγογράφησης. Όμως τα λεφτά αυτά θα φτάσουν και για την αξιοπρεπή αμοιβή των γιατρών του ΕΟΠΥΥ κατά πράξη και ασθενή ή μήπως η κυβέρνηση σκοπεύει να παίξει με τις λέξεις και τις ασάφειες του νομοσχεδίου; Αν όντως γίνει έτσι, αντιλαμβάνεστε πως οι απεργιακές κινητοποιήσεις το Καλοκαίρι, σαφώς και θα γίνουν πιο έντονες και μαζικές διότι πολύ απλά θα μιλάμε για τον πλήρη ευτελισμό και απαξίωση του ιατρικού επαγγέλματος.Και μη μου σχολιάσετε οι όποιοι «ανθρωπιστές» περί επαγγέλματος, λειτουργήματος, και τη διαφορά αυτών. Οι ελεημοσύνες τέρμα. Διότι μπορεί για να είσαι ένας καλός γιατρός να πρέπει να είσαι και καλός άνθρωπος, καλός άνθρωπος όμως δε σημαίνει και μαλάκας!

ΑΝΟΙΞΑΜΕ

154793_10150318944485162_7819359_n

Πέντε μήνες ακριβώς μετά την υπογραφή του συμβολαίου με τον ιδιοκτήτη, το γιοφύρι της Άρτας ολοκληρώθηκε. Μπογιατζήδες, ηλεκτρολόγοι και ηλεκτρονικοί, κάτω απ’τη γενική εποπτεία της διακοσμήτριας και τη δική μου ανοχή, αντοχή, επιμονή και υπομονή, οργανώθηκαν και δημιούργησαν το πρώτο μου δειλό και συνάμα θαρραλέο βήμα στον αμιγώς ιδιωτικό τομέα. Σήμερα λοιπόν, 10/01/2011 και ώρα 17:06, μπήκα στο ιατρείο, ενεργοποίησα για πρώτη φορά την ταμπέλα, άναψα τα κλιματιστικά, έβαλα το ραδιόφωνο στα 97,2 και την τηλεόραση mute στο mega και κάθισα στην προεδρική του γραφείου.

Τα συναισθήματα είναι ποικίλα και μάλλον μπερδεμένα. Υποθέτω πως οποιοσδήποτε ανοίγει το δικό του κεραμίδι στις μέρες μας, κάπως έτσι θα αισθάνεται. Δε θέλω να χρησιμοποιήσω τη λέξη ανασφάλεια, διότι πολύ απλά δεν είναι ανασφάλεια. Ούτε φόβος. Είναι περισσότερο ευθύνη. Ναι αυτό ήταν και το πρώτο συναίσθημα αντικρίζοντας το όνομά μου στη φωτεινή (πια) ταμπέλα. Ευθύνη, άντε και λίγο αγοραφοβία καθότι πια το επώνυμο και το τηλέφωνό μου μοστράρουν σε κοινή θέα πρώτη μούρη στο καβούρι, απέναντι από έναν ουρολόγο και έναν οδοντοτεχνίτη, αριστερά από έναν μικροβιολόγο και μία παιδίατρο, και για τις γυναίκες φαν, άνωθεν ενός μαγαζιού με εσώρουχα και δεξιόθεν ενός μουράτου κομμωτηρίου.

Κάθομαι και χαζεύω τον καρδιογράφο που τόσο πολύ έψαξα για να βρω, το κατάλευκο ηλεκτρικό κρεβάτι που έκανα ειδική παραγγελία, το lcd διαφανοσκόπειο, τη βιβλιοθήκη, τους καναπέδες, την τηλεόραση, τις κουρτίνες, τα χαλιά, την ταπετσαρία, τις κάμερες, τους διακόπτες, τα αποξηραμένα κλαδιά, όλα έχουν τη δική τους ιστορία σε αυτό το πεντάμηνο προετοιμασίας. Άλλα με ταλαιπώρησαν περισσότερο, άλλα λιγότερο, όλα όμως επιλέχτηκαν προσεχτικά και με μεράκι. Πολλά είναι δώρα φίλων, και αυτό κάνει το χώρο ακόμα πιο ζεστό, σα δεύτερο σπίτι ένα πράμα. Και αυτός ακριβώς ήταν και ο σκοπός του όλου εγχειρήματος, να περνώ 4 ώρες καθημερινά σε ένα δεύτερο σπίτι όπου θα προσπαθώ με όσα όπλα σπούδασα και με όση εμπειρία απέκτησα ως πρώην ειδικευόμενος στο κρατικό της Νίκαιας αλλά και ως νυν επιμελητής στον όμιλο που εργάζομαι, να απαλύνω τον ανθρώπινο πόνο. Η Ιατρική είναι αγάπη, είναι μεράκι, είναι ευθύνη και γι’αυτή οι περισσότεροι από εμάς αφιερώσαμε τα καλύτερά μας χρόνια. Δε νομίζετε πως δικαιούται το δικό της κεραμίδι;

 

101

f9af6d883e28c0cb5d18798f3aeea211

Η κυρία Π ήταν 100 ετών και εκτός από μία ήπια υπέρταση και μία ήπια νεφρική ανεπάρκεια, κρατιόταν για την ηλικία της πολύ καλά. Ζούσε περιτριγυρισμένη από παιδιά και εγγόνια που πολύ τη φρόντιζαν και την αγαπούσαν. Περιπατητική και κοτσωνάτη στο σπίτι, το μόνο που πρόδιδε μερικές φορές την ηλικία της ήταν η άνοια. Άλλες φορές σατίριζε και σχολίαζε τα πάντα και άλλες φορές χανόταν στους λαβυρίνθους του μυαλού της και δεν αναγνώριζε ούτε τα παιδιά της.

Η κυρία Π πριν ένα μήνα σκόνταψε στο σκαλί του σπιτιού και έσπασε το αριστερό της ισχίο. Μεταφέρθηκε εσπευσμένα στο νοσοκομείο μας και υποβλήθηκε επειγόντως σε ολική αρθροπλαστική. Ήταν μία δύσκολη και χρονοβόρα επέμβαση από την οποία εξήλθε με 21 αιματοκρίτη. Παρολαυτά, όταν συνήλθε από την αναισθησία, η γιαγιά κατέπληξε τους πάντες με τη διαύγεια πνεύματος και την απίστευτη θέληση της για ζωή. Εγώ θα ζήσω διαλαλούσε στην εγγόνα της και γελούσε.

Τα προβλήματα ξεκίνησαν περί τη δεύτερη μετεγχειρητική μέρα όταν η ήπια νεφρική ανεπάρκεια άρχισε να επιδεινώνεται. Λίγο το διεγχειρητικό stress, λίγο η πτώση του αιματοκρίτη και της πίεσης, προφανώς ζόρισαν τα νεφρά. Και κάπου εδώ κλήθηκα εγώ ως παθολόγος, καθώς και ένας νεφρολόγος για μία από κοινού θεραπευτική παρέμβαση.

Πίστευα πως ο νεφρολόγος θα πρότεινε κατευθείαν αιμοκάθαρση μπας και δοθεί κάποιος χρόνος στα νεφρά να ανακάμψουν. Το έχω ξαναζήσει άλλωστε το σενάριο αυτό και συνήθως μετά από 3-4 συνεδρίες η νεφρική λειτουργία αποκαθίσταται. Εντούτοις και προς μεγάλη μου έκπληξη θα έλεγα, ο συνάδελφος στηριζόμενος κυρίως στην ηλικία της ασθενούς, έδωσε πολύ μικρό ποσοστό επιβίωσης (γύρω στο 10%) κατά την αιμοκάθαρση, προδικάζοντας φυσικά την άρνηση των  συγγενών να υποβληθεί η γιαγιά σε οποιαδήποτε τέτοια συνεδρία. Εγώ πάλι θεωρούσα πως μια τέτοια συνεδρία ήταν και η μοναδική ελπίδα της γιαγιάς να ζήσει και έπρεπε να εξαντλήσουμε ακόμα και αυτό το μικρό 10%!

Τις επόμενες δεκαπέντε ημέρες βίωσα το απόλυτο δράμα. Να προσπαθώ μάταια να καταφέρω το θαύμα με όλους τους τρόπους πλην της αιμοκάθαρσης, όμως με μία κρεατινίνη πια κοντά στο 6,5 δε σε σώζει κανένα διουρητικό και καμιά ντοπαμίνη. Και κάθε μέρα που περνούσε ήθελα να μιλήσω ανοιχτά στους συγγενείς, να τους εξηγήσω πως η γιαγιά θέλει να ζήσει και στο κάτω κάτω, αν είναι να πεθάνει, ας πεθάνει ηρωικά κατά την προσπάθεια θεραπείας της στο μηχάνημα της αιμοκάθαρσης και όχι στο κρεβάτι της απλά αναμένοντας το μοιραίο.

Δεν είπα τίποτα. Και δεν είπα διότι πρώτον αυτό θα αναιρούσε το συνάδελφο νεφρολόγο φέρνοντάς με σε ανοιχτή σύγκρουση μαζί του και δεύτερον διότι πολύ απλά θα προκαλούσα ισχυρές τύψεις στο συγγενικό περιβάλλον. Και πραγματικά δεν έφταιγαν αυτοί. Οι γιατροί θα έπρεπε να έχουμε τύψεις από κοινού, καταρχήν διότι αγνοήσαμε την επιθυμία της γιαγιάς να ζήσει και κατά δεύτερον διότι εμείς ήμασταν αυτοί που δίνοντας έμφαση στο 80% ποσοστό θανάτου αγνοήσαμε παντελώς το 10% ποσοστό επιβίωσης. Στις 07/12/2010 η κυρία Π κατέληξε. Σήμερα θα έκλεινε τα 101.

 

ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΠΕΡΙΜΕΝΕΤΕ

ακουστικό-τηλεφώνου-28544065

Αυτό θα ακούσετε αν πάρετε το 801-11-35555,  την εξυπηρέτηση δηλαδή πελατών του ΟΤΕ-connx. Δεκατρία ολόκληρα λεπτά είχα το τηλέφωνο στην ανοιχτή ακρόαση, μόνο και μόνο για να ακούσω  τη λίμνη  των κύκνων του Τσαϊκόφσκι περιοδικά διακοπτόμενη από την ηχογραφημένη σκρόφα να επαναλαμβάνει το «παρακαλώ περιμένετε… σύντομα ο πρώτος διαθέσιμος εκπρόσωπός μας θα σας εξυπηρετήσει …». Μερικές φορές, αν είστε τυχεροί μπορεί να πετύχετε και καμιά ενάτη του Μπετόβεν ή κανέναν ξεκούρδιστο Σοπέν, η σκρόφα όμως να ξέρετε αποτελεί σταθερή και απαράλλαχτη αξία ανεξαρτήτως άσματος!

Είναι η τρίτη μέρα που ασχολούμαι με αυτό το γ@μημένο ίντερνετ στο ιατρείο. Και ενώ έχω ενεργοποιήσει  τη γραμμή και έχω πάρει τους κωδικούς εδώ και κάνα δίμηνο, μόλις την προηγούμενη εβδομάδα (που ετοιμάστηκε ο χώρος) αποφάσισα να συνδέσω την τηλεφωνική συσκευή και το ασύρματο router. Ήμουν σίγουρος πως κάτι δε θα πήγαινε καλά. Είναι γεγονός άλλωστε πως όσο γκατζετάκιας και να ισχυρίζομαι πως είμαι, οι ηλεκτρονικές συσκευές (και κυρίως τα κινητά) ποτέ δεν υπάκουσαν πλήρως στις εντολές μου. Το router λοιπόν δε θα μπορούσε να είναι η εξαίρεση! Οι προσπάθειές μου ήταν κάτι παραπάνω από φιλότιμες. Διάβασα όλες τις οδηγίες προσεκτικά, έκανα όλες τις συνδέσεις (spliter, τηλεφωνική συσκευή, ADSL γραμμή και Ethernet με το laptop) και εγκατέστησα και το λογισμικό του router!  Εντούτοις, το φωτάκι του broadband δεν έλεγε να ανάψει!  Και χωρίς broadband, no internet!

Την πρώτη φορά που επικοινώνησα με το παραπάνω δεκαψήφιο νούμερο (μόλις την περασμένη Πέμπτη) ήμουν κάπως τυχερός. Απάντησαν σχεδόν αμέσως! Δυστυχώς όμως συνομίλησα με μία μεσήλικη γκόμενα με προφορά «κάτω Μαχαλά, αλλά μεγάλωσα Αθήνα»  που είχε τόση σχέση με το internet όση και εγώ με το Φασούλα! Άιντε και κάντε reset στο router, και ξανακάντε reset, και κάντε restart στον υπολογιστή και βγάλτε το spliter, και αντιστρέψτε τα καλώδια του ADSL και του τηλεφώνου, και ξαναπάρτε μας να μας πείτε τι έγινε. Και να ξαναπαίρνω να τους πω πως το broadband φωτάκι εξακολουθεί να παραμένει μαύρο και άραχνο αλλά η τύχη αυτή τη φορά δεν ήταν με το μέρος μου. Βλέπετε μόλις βίωσα την πρώτη μου επαφή με το «παρακαλώ περιμένετε». Έτσι,  έξι λεπτά μετά τον ξεκούρδιστο Σοπέν, λίγο η κούραση απ’το νοσοκομείο, λίγο τα λόγια του Παππά, με ώθησαν να παραδεχτώ την ιντερνετική μου ήττα και να παραδώσω σώμα και πνεύμα στο κρεβατάκι μου.

Την επόμενη μέρα (Παρασκευή) πήρα ξανά τηλέφωνο. Το σήκωσαν μετά από περίπου τέσσερα λεπτά. Αυτή τη φορά έπεσα σε έναν νεαρό που τουλάχιστον αρχικά φαινόταν  πως ήξερε τι του γίνεται. Αρχικά όμως! Διότι καταλήξαμε άιντε πάλι στο reset του router , και ξανά-μανά reset και πάλι restart στο laptop… «Είναι κάποιο είδος πρωτοκόλλου;» ρώτησα. «Διότι όπως σας είπα αυτά τα έκανα και χτες χωρίς αποτέλεσμα». Μετά από μπόλικη σκέψη και σιωπή λοιπόν, ο τύπος αποφάνθηκε πως το broadband φωτάκι δεν ανάβει λόγω βλάβης δικτύου και μου ανακοίνωσε πως στις επόμενες 48 ώρες θα λάβω τηλέφωνο από τους τεχνικούς του ΟΤΕ. Το Σάββατο (!) όντως έλαβα μία κλήση στο κινητό όπου και με ενημέρωσαν πως η δυσλειτουργία οφειλόταν σε μη συντονισμό της γραμμής. Άλλαξαν τις ρυθμίσεις και τώρα θα μπορώ να συνδεθώ χωρίς κανένα πρόβλημα.

Σήμερα λοιπόν, αμέσως μετά το νοσοκομείο, ήρθα όλο χαρά στο ιατρείο για να βάλω τους κωδικούς του δικτύου και  να συνδέσω τον ασύρματο εκτυπωτή. Έλα μου ντε που το ελεεινό broadband φωτάκι εξακολουθούσε και εξακολουθεί να είναι σβηστό! Αυτή τη φορά έκανα μόνος μου τα restartια, τα resetια, τις αλλαγές των καλωδίων και την αλλαγή του spliter, μπας και κερδίσω χρόνο με το νέο υπάλληλο που θα μου κάτσει στο τηλέφωνο! Λογάριασα χωρίς τον ξενοδόχο βέβαια! Τα δεκατρία ολόκληρα λεπτά διακοπτόμενου Τσαϊκόφσκι που ακολούθησαν, ήταν αρκετά για να τα βροντήξω όλα κάτω και  να φύγω για άλλη μια φορά ηττημένος πνίγοντας τα spliter και τα router στους κοτόγυρους και τα κοτομπέϊκον!

Δε φταις εσύ όμως αγαπητό ConnX! Εμείς φταίμε, που δίνοντάς σου την πρωτιά, σου δώσαμε συγχρόνως και το θράσος να μας δουλεύεις με μόλις δύο λέξεις: «παρακαλώ περιμένετε». Οι πρωτιές βέβαια δε διατηρούνται με τέτοια αντιμετώπιση! Και αυτό είναι κάτι που θα το διαπιστώσεις σύντομα, πολύυυυ σύντομα θα έλεγα, όταν εσύ θα συνεχίσεις να παρακαλάς, την ώρα και τη στιγμή που εμείς απλά θα πάψουμε να περιμένουμε …